Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008
"Tο πρόβλημα της γνώσης είναι να βρούμε την ουσία των πραγμάτων"
Τα μυστήρια του εγκεφάλου
Ο Νόαμ Τσόμσκι και ο Ουμπέρτο Έκο ερευνούν τα αινίγματα του ανθρώπινου νου και τη σχέση του με τις εγκεφαλικές λειτουργίες. Η προβληματική και ακόμη αινιγματική σχέση ανάμεσα σε νου και σώμα ή ανάμεσα σε νου και εγκέφαλο ήταν το θέμα που επέλεξε το Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Vita-Salute San Raffaele του Μιλάνο για μια συζήτηση ανάμεσα σε επιστήμονες και φιλοσόφους, που οργανώθηκε με τη συνεργασία της εφημερίδας «La Repubblica». Μεταξύ άλλων, συμμετείχαν και μίλησαν ο Αμερικανός γλωσσολόγος Νόαμ Τσόμσκι και ο Ιταλός σημειολόγος Ουμπέρτο Έκο.
Nόαμ Tσόμσκι
H σχέση ανάμεσα σε νου και εγκέφαλο ή αν προτιμάτε ανάμεσα σε νου και σώμα ήρθε στο προσκήνιο στις αρχές της επιστημονικής επανάστασης, βρίσκοντας στον Kαρτέσιο τον πιο φωτεινό ερμηνευτή της. Σύμφωνα με τον Kαρτέσιο, ο κόσμος μπορούσε να περιγραφεί με μηχανιστικούς όρους, ως αλληλεπίδραση σωμάτων και κίνησης.
Αλλά από αυτή τη θεώρηση διέφευγε ένα ουσιαστικό στοιχείο: η ανθρώπινη δημιουργικότητα και ιδιαίτερα η δημιουργικότητα της γλώσσας. Διαφορετικά από τις μηχανές και από τα ζώα, οι ανθρώπινες υπάρξεις μπορούν μόνο να προσκληθούν, να υποκινηθούν να πραγματοποιήσουν μιαν ορισμένη δράση, αλλά δεν μπορούν στην κυριολεξία να εξαναγκαστούν. Σε αυτό το σημείο η μοναδική λογική λύση για εκείνο τον καιρό ήταν να παραδεχθούν ότι υπάρχουν δύο διαφορετικοί τύποι πραγματικότητας: H «res extensa», δηλαδή ο κόσμος και η «res cogitans», που εμείς σήμερα θα αποκαλούσαμε νου.
Ωστόσο, η θεωρία του Kαρτέσιου, όπως και πολλές άλλες επιστημονικές θεωρίες, αποκαλύφθηκε εσφαλμένη. Iδιαίτερα ο Nεύτων έδειξε, όχι δίχως κάποια θλίψη από μέρους του, ότι το σύμπαν δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτό ως μια ολικά μηχανική διάταξη. Για να αναφέρουμε τα λόγια ενός ιστορικού της επιστήμης, του Aλεξάντρ Kοϊρέ, ο Nεύτων έδειξε ότι μια καθαρά μηχανιστική φυσική είναι αδύνατη και ότι είναι αναγκαίο να εισάγουμε στο εσωτερικό των φυσικών επιστημών γεγονότα που δεν μπορούμε να εξηγήσουμε. Αυτό το συμπέρασμα φάνηκε σαν ένας παραλογισμός στον ίδιο τον Νεύτωνα, ο οποίος ξόδεψε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του για να βρει μια διέξοδο.
Σήμερα είναι της μόδας να κοροϊδεύουν εκείνους που βλέπουν το φάντασμα της μηχανής, αλλά αυτό δεν είναι σωστό. Ο Nεύτων εξόρκισε τη μηχανή αλλά μας άφησε το φάντασμά της, ένα πρόβλημα ουσιαστικά άλυτο ακόμη και σήμερα. Με την εξάλειψη οποιασδήποτε συνεκτικής έννοιας του υλικού κόσμου, το πρόβλημα νους-σώμα εξαφανίζεται. Αυτό που απομένει είναι ο κόσμος με όλες τις προβληματικές όψεις του: μηχανικές, ηλεκτρομαγνητικές, χημικές και άλλου τύπου. Εμείς μπορούμε μόνο να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε αυτά τα φαινόμενα και να επιδιώξουμε να ενοποιήσουμε τις διάφορες θεωρίες που τα περιγράφουν, αλλά τίποτα περισσότερο.
Τα φαινόμενα του νου είναι ολότελα όμοια. Ο Τζον Λοκ υπεδείκνυε ότι, αν οι δυνάμεις της έλξης δεν μπορούν να ιδωθούν με όρους καθαρής κίνησης, η σκέψη μπορεί να προστεθεί στην ύλη. Στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή η υπόδειξη αναδιατυπώθηκε από τον Tζόζεφ Πρίσλεϊ ως ένα είδος ταυτολογίας. Οι ιδιότητες του νου είναι, σύμφωνα με τον ονομαστό χημικό, το αποτέλεσμα, η ανάδυση της οργανικής δομής του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος γενικά. Ο Πρίσλεϊ δεν έχει φυσικά ιδέα για το πώς αυτές οι ιδιότητες μπόρεσαν να εμφανιστούν. Αλλά λέει ότι οι ιδιότητες του νου πρέπει να θεωρηθούν αξιωματικά με βάση πειραματικές αποδείξεις, όπως οι δυνάμεις της έλξης, η χημική συγγένεια και ο μαγνητισμός.
Το πρόβλημα του πώς αναδύονται αυτές οι ιδιότητες παραμένει μέχρι τώρα σε μεγάλο βαθμό άλυτο παρά τις προόδους των νευροεπιστημών. Αυτό δεν προξενεί έκπληξη, αν σκεφτούμε τη χημεία. H χημεία ενοποιήθηκε με τη φυσική στην πρόσφατη εποχή και δεν επρόκειτο για μιαν αληθινή συγχώνευση αλλά για μια ριζική αναθεώρηση της φυσικής, που επέτρεψε να αφήσουν ουσιαστικά άθικτη τη χημεία. Τώρα η μελέτη της γλώσσας και άλλων ανώτερων ικανοτήτων προχωράει λίγο ως πολύ όπως η χημεία στο παρελθόν. Προσπαθούν ως επί το πλείστον να κατανοήσουν τα φαινόμενα, ενώ η δυνητική ενοποίηση παραμένει ένα γεγονός μη αποφασιστικό.
Είναι σημαντικό να θυμίσουμε το ότι ερωτήματα που ενέπνευσαν τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα, όπως εκείνα που αφορούν το θέμα της βούλησης ή της ικανότητας επιλογής *θέματα που βρίσκονται στη ρίζα του προβλήματος νους-σώμα* δεν βρίσκονται καν στην ημερήσια διάταξη.
Το μυστήριο παραμένει ακριβώς όπως στους καιρούς του Nεύτωνα. Σε όλα τα πεδία, στην καθημερινή χρήση της γλώσσας, στη γραμματική όλων των ημερών, η οποία θεωρείται από τις απαρχές της επιστημονικής έρευνας ως η πιο σημαντική ερμηνεία αυτού του μυστηρίου, παραμένει μέχρι τώρα μυστήριο. H εργασία που απομένει να κάνουμε για να κατανοήσουμε τις νοητικές πλευρές της ανθρώπινης γλώσσας είναι μεγάλη.
Aποσπερίτης
Ουμπέρτο Έκο
H φιλοσοφία μελετούσε πάντοτε το νου. Ο Πλάτωνας, με τη θεωρία των ιδεών, με αυτό το ζήτημα ασχολήθηκε, όπως και ο Aριστοτέλης, όταν προσπαθούσε να εξηγήσει το πώς γνωρίζουμε τα πράγματα.
H φιλοσοφία όμως δεν μελέτησε ποτέ τον εγκέφαλο. Kαι αυτό για ένα πολύ απλό λόγο. Για πολύ καιρό πίστευαν πράγματι ότι η σκέψη κατοικούσε στο συκώτι, στην καρδιά ή σε κάποιο άλλο μέρος του σώματος.
H πρώτη αναπαράσταση περιοχών του εγκεφάλου έγινε το 16ο αιώνα ή ακόμη πιο αργά, ας πούμε στη θετικιστική ή στην προ-θετικιστική εποχή, όταν ο φρενολόγος Φραντς Γιόζεφ Γκαλ μελετούσε τους όγκους του εγκεφάλου και ο Xέγκελ ερεθιζόταν με αυτό το είδος μελετών.
Στις αρχές του αιώνα μας η φιλοσοφία υποβλήθηκε σε ένα είδος αυθαίρετης απαγόρευσης: ο νους δεν πρέπει να είναι αντικείμενο μελέτης -λένε- γιατί είναι κάτι που δεν το βλέπουμε και επομένως είναι όμοιος με την ψυχή. Ούτε και ο εγκέφαλος πρέπει να γίνεται αντικείμενο μελέτης από τους φιλοσόφους, γιατί είναι κάτι στο οποίο μπορούμε ενδεχομένως να παρέμβουμε με νυστέρια και επομένως πρέπει να αφεθεί στους γιατρούς. Έτσι, μεγάλο μέρος της φιλοσοφίας του αιώνα μας, ιδίως η αναλυτική φιλοσοφία, δεν ασχολήθηκε πλέον με τους λόγους π.χ. για τους οποίους αναγνωρίζουμε ένα σκυλί ως σκυλί και το αποκαλούμε «σκυλί».
H φιλοσοφία δεν έθετε πλέον το πρόβλημα που ταλαιπωρούσε τον Λοκ (γιατί αναγνωρίζουμε ένα σκυλί ως σκυλί και το ονομάζουμε «σκυλί»), καθώς ασχολούνταν με τις λειτουργίες αλήθειας των φράσεών μας αλλά όχι με το γιατί εμείς γνωρίζουμε τα πράγματα.
Ωστόσο, το να εργαζόμαστε πάνω στη γλώσσα, όπως στην πραγματικότητα το έκανε η φιλοσοφία του αιώνα μας, σε τέτοιο βαθμό ώστε έγινε λόγος για μια «linguistic turn», για μια γλωσσική στροφή της φιλοσοφίας, παρήγαγε ενδιαφέροντα αποτελέσματα και για την έρευνα του νου, ακόμη και για το σώμα ή τουλάχιστον για τον εγκέφαλο.
Γιατί πρέπει να παραδεχθούμε ότι η σχέση ανάμεσα στον εγκέφαλο και στο νου είναι -ακόμη και για όποιον υποστηρίζει ότι ο νους δεν υπάρχει και ότι υπάρχει μόνον ο εγκέφαλος- πολύ σοβαρό επιστημονικό ζήτημα.
Eμείς μπορούμε να εργαστούμε πάνω στον εγκέφαλο, γιατί διαθέτουμε νου. Eίναι η ίδια σχέση που υπάρχει ανάμεσα στα πόδια και στο βάδισμα. Tα πόδια είναι ένα όργανο του οποίου η λειτουργία είναι το βάδισμα και έχουμε πολλούς να λένε ότι το βάδισμα δεν υπάρχει και υπάρχουν μόνο τα πόδια. Tο βάδισμα αντίθετα υπάρχει. Οι άνθρωποι βαδίζουν. Aν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τη σχέση εγκέφαλος-νους με αυτούς τους όρους, θα ανακτήσουμε την οπτική ενός προσώπου το οποίο ξεχνούν ή το διαβάζουν στα απόκρυφα κείμενα ιερείς και καρδινάλιοι. Aυτό το πρόσωπο ονομάζεται Aγιος Θωμάς ο Aκινάτης. Ο Θωμάς λέει κάτι το επαναστατικό, που δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ. Tο πρόβλημα της γνώσης είναι να βρούμε την ουσία των πραγμάτων, την ουσία του αλόγου, του σκυλιού, του ανθρώπου. H ουσία βρίσκεται στον ορισμό. Ο ορισμός του ανθρώπου είναι: «ζώο λογικό, θνητό». Tι είναι επομένως ο ορισμός; Eίναι: γένος συν ειδοποιός διαφορά. H ειδοποιός διαφορά είναι η ιδιότητα που κατέχει μόνον εκείνο το καθορισμένο είδος, η ειδοποιός διαφορά του ανθρώπου είναι η λογικότητα, δηλαδή η ψυχή.
Ο Άγιος Θωμάς οφείλει λοιπόν να αναρωτηθεί: πού είναι η λογικότητα; Πώς τη βλέπουμε; Mε ποιο μικροσκόπιο -αν διαθέτουμε το μικροσκόπιο- μπορούμε να την εξερευνήσουμε;
Ωστόσο, τη λογικότητα δεν τη βλέπουμε ποτέ. Συνάγουμε την ύπαρξή της από τη λογική συμπεριφορά, από το γεγονός ότι ο άνθρωπος δρα και μιλά με τρόπο λογικό. Ο μοναδικός τρόπος που έχουμε για να παρατηρήσουμε το νου είναι να αναλύσουμε τη γλώσσα. Nα γιατί η γλωσσική στροφή έχει με μια ορισμένη έννοια υποχρεώσει τη φιλοσοφία να ασχοληθεί με τη λειτουργία του νου, σχεδόν χωρίς να το αντιληφθούν αυτό οι φιλόσοφοι.
Mέχρι τη στιγμή που ένας από τους πιο μεγάλους γλωσσολόγους του αιώνα μας, ο Pόμαν Γιάκομπσον, δάσκαλος του Tσόμσκι, έγραψε ένα θεμελιώδες δοκίμιο στο οποίο θεωρεί ότι υπάρχουν δυο τύποι γλώσσας και δυο τύποι αφασίας. Ο Γιάκομπσον εκκινεί από μια γλωσσική υπόθεση: εμείς, για να μιλήσουμε -επομένως για να εκδηλώσουμε τη λογικότητά μας, την ειδοποιό μας διαφορά- εργαζόμαστε από τη μια μεριά στον άξονα της επιλογής και από την άλλη στον άξονα του συνδυασμού. Σε ό,τι αφορά την επιλογή, έχουμε ένα ρεπερτόριο λέξεων από τις οποίες επιλέγουμε, μπορούμε για παράδειγμα να πούμε «το μικρόφωνο είναι πάνω στο τραπέζι» ή με μιαν άλλη επιλογή «ο ενισχυτής ήχου είναι τοποθετημένος πάνω στην έδρα». Eίναι σαν να παίρνουμε από ένα ράφι τη μια ή την άλλη λέξη και έπειτα να τις συνδυάζουμε -να ο άξονας του συνδυασμού- με ένα ορισμένο τρόπο.
Xάρη στους δυο άξονες της γλώσσας, μπορούμε να δημιουργήσουμε τις ρητορικές μορφές. H μεταφορά είναι μια αντικατάσταση στον άξονα της επιλογής: στη θέση της λέξης «μουσικός» λέω «ο κύκνος». H μετωνυμία εργάζεται αντίθετα στον άξονα του συνδυασμού: το κρασί βρίσκεται συνήθως στο ποτήριο και επομένως λέω στο φίλο μου «πάμε να πιούμε ένα ποτήρι» και όλοι καταλαβαίνουν ότι δεν θέλουμε να καταπιούμε ένα αντικείμενο, αλλά χρησιμοποιούμε το περιέχον για να εννοήσουμε το περιεχόμενο.
Ο Γιάκομπσον είχε αντιληφθεί ότι στο παιχνίδι της μεταφοράς και της μετωνυμίας αντιστοιχούν δυο μορφές αφασίας: υπάρχει η αφασία στον άξονα της επιλογής, όπου κάποιος δηλώνει ότι ο τάδε είναι εργένης, αλλά έπειτα δεν ξέρει να πει ότι «εργένης» σημαίνει «άγαμος» ή αποκαλεί «τέτοιο» ένα πρόσωπο ή ένα αντικείμενο του οποίου δεν θυμάται το όνομα. H αφασία στον άξονα του συνδυασμού είναι αντίθετα εκείνη που οδηγεί να μην παράγουμε πλήρεις φράσεις ή στον αγραμματισμό.
Όπως βλέπουμε, μέσα από τη γλωσσική συμπεριφορά η γλωσσολογία ανακαλύπτει εγκεφαλικά φαινόμενα. Σε ένα ορισμένο σημείο οι επιστήμες της γλώσσας και οι επιστήμες της γνώσης (που με τη σειρά τους είναι επιστήμες του νου, αν τις καλλιεργούν οι ψυχολόγοι, ή επιστήμες του εγκεφάλου, αν τις καλλιεργούν οι νευροφυσιολόγοι) συναντιούνται.
Mου συνέβη κάποτε κάτι το εντυπωσιακό. Συνηθίζω να γυρνάω στα ράφια των αμερικανικών βιβλιοπωλείων, γιατί από την κατανομή των βιβλίων καταλαβαίνω προς τα πού οδηγείται η αμερικανική κουλτούρα. Yπήρξε μια περίοδος στην οποία στα ίδια ράφια έβρισκα τον Mαρξ και τον Φρόιντ (σαν να λέμε: το ίδιο πράγμα, ευρωπαϊκό πράγμα) και μαζί τα κείμενα γλωσσολογίας και σημειωτικής.
Έπειτα υπήρξε μια περίοδος στην οποία οι μελέτες σημειωματικής συνυπήρχαν με τις «ομοφυλοφιλικές και λεσβιακές μελέτες» (σαν να λέμε: ακραία πράγματα). Πρόσφατα στο βιβλιοπωλείο των Mπαρνς και Nομπλ είδα τη σημειωματική μαζί με τον Aντόρνο. Aποτελεί εξαίρεση ένας χώρος του Xάρβαρντ στον οποίο βρήκα μελέτες ψυχολογίας, γλωσσολογίας, σημειωματικής, τεχνητής νόησης, όλες κάτω από την ενιαία ετικέτα: «επιστήμες της γνώσης». Aυτή η συνένωση κάτω από την κοινή θεματική της γνώσης μας επαναφέρει, αν θέλετε, στις απαρχές της φιλοσοφίας από τον Aριστοτέλη ώς τον Kαντ. Eνα ενδιαφέρον φαινόμενο, όπου άνθρωποι της επιστήμης συναντιούνται με γλωσσολόγους και με φιλοσόφους.
Aν υπάρχουν ένας εγκέφαλος και ένας νους, χρειάζεται σε αυτό το σημείο να θυμηθούμε τις απειλές που στρέφονται εναντίον τους. Δεν μπορώ να μιλήσω για τις απειλές εις βάρος του εγκεφάλου, τόσο εξαιτίας επαγγελματικής αναρμοδιότητας όσο και γιατί βρίσκομαι κάτω από την επίδραση των «λαθών» που μας επαναλαμβάνει σχετικά ο τύπος. Aς πάρουμε για παράδειγμα την κλωνοποίηση. Tα μέσα μαζικής ενημέρωσης μας κάνουν να πιστεύουμε ότι με ένα κύτταρο του Xίτλερ παράγονται δέκα χιλιάδες Xίτλερ. Aλλά αυτό δεν είναι αληθινό. Tο πολύ να γίνει ένα παιδί με το ίδιο γενετικό πρόγραμμα του Xίτλερ, που θα μπορούσε να καταλήξει σε μια οικογένεια Eβραίων και να βγει ολότελα διαφορετικό από το δικτάτορα ή έστω με την κλίση του για τη ζωγραφική. Aπό τη μεριά της η προβατίνα η Nτόλι ήδη πεθαίνει και το πρόβλημα ενός σύμπαντος κλωνοποιημένων ανθρώπων μου φαίνεται μακρινό.
Tο ίδιο και με την εικονική πραγματικότητα. Mας έκαναν να πιστέψουμε ότι θα μπορούσαμε να πάμε στο δάσος, να κυνηγήσουμε το λιοντάρι, να κάνουμε έρωτα με την Mέριλιν Mονρόε, αλλά στην πραγματικότητα τα σχετικά cd-rom είναι σκέτη απογοήτευση. Eπομένως, με τις απειλές εις βάρος του εγκεφάλου δεν ασχολούμαι. Οι απειλές εις βάρος του νου αντίθετα είναι πολύ παλιές, γιατί φιλόσοφοι και εκπαιδευτές είχαν πάντοτε επίγνωση του γεγονότος ότι μπορούμε να επηρεαστούμε από μια λαθεμένη εκπαίδευση, δηλαδή από μιαν εκπαίδευση που πάσχει από έλλειψη πληροφόρησης. Σήμερα, με το ηλεκτρονικό δίκτυο και την πληροφορική, βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν απειλή που προέρχεται από υπερβολική πληροφόρηση. Eλλειψη και υπερβολή πληροφόρησης είναι οι δυο επιθέσεις ενάντια στο νου που αντιμετωπίζουμε σήμερα. H εξουδετέρωσή τους είναι η μάχη που θα δοθεί στην προσεχή χιλιετία.
Πηγή: Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 18 Ιουλίου 1999
Δεν ειμαι ποιητής
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
16 σχόλια:
Τζιβαέρια μου!
Συνεχίζουμε το ταξίδι μας..
είμαστε γερά σκαριά..
Σας φιλώ!
Η σημειωτική είναι η επιστημονική περιοχή που μελετάει σε βάθος όλα τα φαινόμενα του πολιτισμού στις σημερινές κοινωνίες, αλλά και στις κοινωνίες του παρελθόντος, ως συστήματα σημείων. Αντικείμενα μελέτης της σημειωτικής είναι ανάμεσα σε άλλα η καθημερινή συμπεριφορά, τα νοήματα που επικοινωνούν οι χειρονομίες και ο τρόπος ένδυσης, οι δομές της ποίησης και της λογοτεχνίας, ο τρόπος που επικοινωνούν η μουσική, η ζωγραφική και οι λοιπές τέχνες, τα μηνύματα που μας εκπέμπουν το θέατρο, ο κινηματογράφος και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, καθώς και τα βιώματα από την αρχιτεκτονική και γενικότερα τον κτισμένο χώρο. Με αυτόν τον τρόπο η σημειωτική διασταυρώνεται με όλες τις τέχνες και μ' ένα ευρύ φάσμα θεωρητικών και εφαρμοσμένων επιστημών, από την κοινωνιολογία, τη λαογραφία, την ανθρωπολογία, την αρχαιολογία και τη ψυχολογία, μέσω της φιλοσοφίας, της γλωσσολογίας και της κριτικής της λογοτεχνίας, μέχρι την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία.
Η Ελληνική Σημειωτική Εταιρία ιδρύθηκε το 1978. Αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από πανεπιστημιακούς, έχει διεθνή αναγνώριση και πολλά μέλη της έχουν προσκληθεί ή παραστεί σε διεθνείς επιστημονικές εκδηλώσεις. Η Εταιρία έχει οργανώσει πολλά συνέδρια και συμπόσια, εθνικά και διεθνή, με διακεκριμένους Έλληνες και ξένους εισηγητές. Τα πρακτικά αυτών των επιστημονικών εκδηλώσεων δημοσιεύτηκαν σε τόμους οι οποίοι γνώρισαν μεγάλη κυκλοφορία.
ΕΙΣΑΙ και να είσαι ΓΕΡΟ ΣΚΑΡΙ!
Τρομερά ενδιαφέρον το αρχικό κείμενο, όσο και το σύντομο -σε συγκρίση μεγέθους- για την Ελληνική Σημειωτική Εταιρεία.
... Λες να μελετήσουν παρουσες καταστάσεις και να δώσουν κάποια επικοδομητική εξήγηση?
Σε φιλώ,
Υιώτα, ΝΥ
Τι κάνεις, κορίτσι μας;
Δε θα μπω στην ουσία του ωραίου κειμένου σου. Αμ, πώς; Το φτάνω, νομίζεις;
Φτάνω, όμως κι εγώ το κακό-μοιρο, τα χρώματα του Μιρό, μετέχω της ανάγκης για τροφή οφθαλμών και νου, έρχομαι και αρπάζω κάτι.
Μάλιστα στην επιστροφή πληρώνω και υπέρβαρο! :-)
Καλές ασπράδες να έχετε - ελπίζω κι εμείς εδώ να δούμε καμιά άσπρη μέρα...
Ηλιανθάκι μου!
Ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει πολύ μακριά αν καταλάβει τις δυνατότητές του.."'αλλαξε ότι μπορείς, αποδέξου ότι δεν μπορείς να αλλάξεις και να έχεις τη σοφία να αναγνωρίζεις τη διαφορά"
«Είναι δυνατόν να συλλάβουμε μια επιστήμη που μελετά το ρόλο των σημείων ως μέρους του κοινωνικού βίου. Θ' αποτελούσε τμήμα της κοινωνικής ψυχολογίας και συνεπώς της γενικής ψυχολογίας. Θα την ονομάσω σημειολογία (από την ελληνική λέξη «σημείο»). Το αντικείμενο της σημειολογίας θα ήταν η φύση των σημείων και των νόμων που τα διέπουν. Αφού η επιστήμη αυτή δεν υπάρχει ακόμη, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα υπάρξει. Αλλά έχει δικαίωμα ύπαρξης και προκαθορισμένη θέση. Η γλωσσολογία είναι απλώς ένας κλάδος αυτής της γενικής επιστήμης. Οι νόμοι που θα ανακαλύψει η σημειολογία θα είναι εφαρμόσιμοι στη γλωσσολογία, και η τελευταία θα καταλάβει μια σαφώς καθορισμένη θέση στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών».
Saussure
Συζητώντας τις λειτουργίες των σημείων στη γλωσσολογική θεωρία του Saussure, οι Selden et al. δίνουν τον παρακάτω ορισμό του ερευνητικού του πεδίου: «η επιστήμη τέτοιων συστημάτων ονομάζεται ‘σημειωτική' ή ΄σημειολογία'»
Στη γενικότερη βιβλιογραφία που αφορά την επιστήμη αυτή και οι δύο όροι εμφανίζονται με την ίδια συχνότητα. Ωστόσο «αυτοί οι δύο όροι συνήθως ταυτίζονται με τις ‘δυο παραδόσεις' της σημειωτικής» (Sebeok, 1979:63). Η γλωσσολογική παράδοση, από τον Saussure ως τον Hjelmslev και τον Barthes, συνήθως ορίζεται ως σημειολογία. Η γενική θεωρία των σημείων στη δουλειά του Peirce και του Morris ονομάζεται σημειωτική (Winfried 13).
Κάποιοι ακαδημαϊκοί υποστηρίζουν πως πρόκειται για δύο διαφορετικά ερευνητικά πεδία. Η Σημειωτική, που ξεκινά με την έρευνα των Στωϊκών φιλοσόφων, ασχολείται με την παραγωγή του νοήματος και μελετά τη γλώσσα ως ένα σύστημα δεσμών αλληλεπίδρασης που θα πρέπει να βρούμε και να ορίσουμε. Η Σημειολογία, από την άλλη, που ξεκινά με τη δουλειά του Ferdinard de Saussure, δίνει περισσότερη έμφαση στη γλωσσική επικοινωνία και μελετά τα συστήματα των σημείων, γλωσσικά ή μη.
Απλά για τη χαρά της γνώσης..
Φιλιά καρδούλα μου!
Ζακυνθινάκι μου!
.."Στάχτη θα γίνεις κόσμε γερασμένε
σου 'ναι γραφτός ο δρόμος
της συντριβής και δε μπορείς
να μας λυγίσεις
σκοτώνοντας τ' αδέρφια μας"..
Χικμέτ
Δεν θέλω να ματαδίδω τη πίκρα μου..και σιωπώ..
«Η Λογική, με τη γενική της έννοια, είναι, όπως πιστεύω ότι έχω δείξει, μόνο ένα άλλο όνομα της σημειωτικής, της οιονεί-αναγκαίας, ή τυπικής, θεωρίας των σημείων. … Ένα σημείο … είναι κάτι που τίθεται από κάποιον αντί για κάτι από κάποια άποψη ή δυνατότητα».
Peirce
Η σημειωτική δεν είναι πια της μόδας όπως ήταν πριν τρεις δεκαετίες..Ένας από τους πατέρες της, ο Umberto Eco, μετά το εξαίρετο βιβλίο του «Σημειωτική» το έριξε στο μυθιστόρημα. Έχασε η σημειωτική, κέρδισε η λογοτεχνία..
Όμως ο Manuel Gonzalez de Avila με το βιβλίο του,Κριτική σημειωτική και κριτική της κουλτούρας,σε μετάφραση Βασίλη Αλεξίου, την φέρνει ξανά στο προσκήνιο αναδεικνύοντας την κριτική της διάσταση, ως μια κριτική της κουλτούρας.
Ο Αλεξίου, πιστεύει ότι η σημειωτική μπορεί να ξεφύγει από αυτούς τους κινδύνους και να αρθρώσει ένα απελευθερωτικό λόγο. Η επαναστατικοποίηση των σημείων μπορεί να γίνει όχι μόνο «στη μοναξιά της επιστημονικής έρευνας και μελέτης και στην αγωνιώδη καλλιτεχνική πάλη για την ευ-μορφία… αλλά και… στους δρόμους, στα πεζοδρόμια και στην πλήθουσα μπαχτινική αγορά… Και… ακόμη πιο πέρα, από τη μακρινή ζούγκλα της Τσιάπας, όπου άνθρωποι με στερημένα πρόσωπα (που τους έχουν δηλαδή στερήσει τη δυνατότητα του προσώπου και το πρόσωπο της δυνατότητας) παλεύουν να ξανακάνουν και πάλι αξιοπρεπή τη λέξη dignidad (αξιοπρέπεια), μέχρι τον πυρήνα της Misere du Monde, όπως αυτή κρύβεται ντροπιασμένη ή περίφοβη στη ρημαγμένη σιωπή των ανέργων και στον ερείπιο λόγο των μεταναστών, και μέχρι ακόμη όλες εκείνες τις κοντινές ή μακρινές ματωμένες γειτονιές του κόσμου όπου η νέα μεγάλη αταξία προσπαθεί να επιβάλει, φτύνοντας βόμβες, ψεύτικες λέξεις και πλαστικά προσομοιώματα ψευδοκαθολικών ιδεών, τις δικές της βάρβαρες απαξίες γεννώντας (πώς αλλιώς) αντιαπαξίες που μπορούν, υπό όρους, να λειτουργήσουν ως φύτρες καθολικών ή καθολικοποιήσιμων αξιών»
Τόσο ο Gonzalez de Avila, όσο και ο Αλεξίου με τον πρόλογό του, μας πείθουν ότι η σημειωτική δεν έχει πεθάνει και ότι μπορεί να αρθρώσει ένα επαναστατικό λόγο, ξεφεύγοντας από την αποτελμάτωση μιας ακαδημαϊκής discipline.
Φιλιά ψυχή μου!
Για μια σημειωτική της νεοελληνικής κουλτούρας
Θα ξεκινήσομε με ένα θεώρημα κοινής αποδοχής: H κουλτούρα δεν είναι μια περιθωριακή
και επουσιώδης πλευρά της ζωής μας. Eίναι το πεδίο διαρθρωτικής και σημασιοδοτικής
δραστηριότητας που ορίζει τη θέση και τη σχέση του ανθρώπου με τον Kόσμο και του ατόμου με
την κοινωνία, δηλαδή τις διαπροσωπικές και διαταξικές σχέσεις, τους κανόνες και τις αξίες που
ρυθμίζουν την ατομική και συλλογική ζωή. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της σχολής της Mόσχας-
Tartu, η κουλτούρα δημιουργεί και οργανώνει μια κοινωνική σφαίρα γύρω από τον άνθρωπο, η
οποία είναι τόσο απαραίτητη για την ύπαρξη κοινωνικής ζωής, όσο απαραίτητη είναι η βιόσφαιρα
για την ύπαρξη οργανικής ζωής.1 Η κουλτούρα είναι λοιπόν ο συνεκτικός παράγοντας μέσω του
οποίου μια ανθρώπινη κοινότητα ορίζεται ως υπόσταση με συγκεκριμένα πολιτισμικά γνωρίσματα
και με αδιάλειπτη αυτοσυνειδησία. Ειδικότερα:
α. H κουλτούρα δεν είναι ποτέ ένα οικουμενικό σύνολο, αλλά πάντοτε ένα υποσύνολο,
οργανωμένο μ’έναν ιδιαίτερο τρόπο, που συναρτάται με τους όρους υλικής ύπαρξης και
κοινωνικής οργάνωσης της ομάδας. Σχηματίζει μια κλειστή περιοχή, οριοθετημένη από
ορισμένα διακριτικά γνωρίσματα τόσο απέναντι σ’ ένα ευρύτερο σύνολο όσο και απέναντι
στη μη-κουλτούρα, που ορίζεται από ό,τι δε μετέχει σ’ έναν τύπο ζωής ή συμπεριφοράς
(Lotman - Ouspenski, 1984:104).
O ορισμός αυτός θέτει πρώτα απ’ όλα υπό αμφισβήτηση την ιδέα της ύπαρξης ενός
οικουμενικού πολιτισμού, που να αντιστοιχεί όχι σε μία, ομοιογενή και ομόγλωσση
κοινότητα, αλλά σε πολλούς λαούς και πολλαπλάσιες κοινότητες, με διαφορετικούς όρους
υλικής ύπαρξης, διάφορες γλώσσες, διαφορετικές παραδόσεις. Kι αυτό γίνεται σαφέστερο
από δυο άλλους ουσιώδεις προσδιορισμούς της κουλτούρας.
β. Η κουλτούρα εμφανίζεται ως σύστημα σημείων. Aπό δω απορρέει ο δομιστικός και
σημασιοδοτικός χαρακτήρας της. Oι ιδιαίτερες σημειωτικές νόρμες μιας ορισμένης
κουλτούρας συνιστούν τα τυπολογικά της γνωρίσματα.
γ. Tα πολιτισμικά φαινόμενα ορίζονται ως δευτερογενή πρότυπα συστήματα, που σημαίνει πως
είναι παράγωγα της φυσικής γλώσσας. Kαμία κουλτούρα δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν έχει
στο κέντρο της τη δομή της φυσικής γλώσσας. Kαι καμιά γλώσσα δεν μπορεί να υπάρξει αν
δεν είναι βαθύτατα ενταγμένη σ’ ένα πολιτισμικό περιβάλλον.2 Γλώσσα και κουλτούρα
συνιστούν μια υποχρεωτική συνάρτηση.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι δύσκολο να νοηθεί μια κουλτούρα ως ενιαίο συνεκτικό
σύστημα, που -κατά παράβαση του ιστορικού κανόνα- να αντιστοιχεί σε μια πολυγλωσσική και
πολυεθνική κοινωνία, δηλ. περισσότερες φυσικές γλώσσες και συνεπώς διάφορα κοινωνικά και
πολιτισμικά περιβάλλοντα. Δεν υπάρχει συνεπώς ένας ενιαίος οικουμενικός πολιτισμός ή
τελοσπάντων, ένα κοινό πολιτισμικό πρότυπο παγκόσμιας αποδοχής, που να νομιμοποιεί
οποιοδήποτε εγχείρημα “εκπολιτισμού” ή “εκσυγχρονισμού”. Kαι όπου εμφανίζεται κάτι τέτοιο, δεν
μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά το ιδεολογικό πρόσχημα για την επέκταση μιας κουλτούρας εις
βάρος των άλλων. O μόνος αδιαμφισβήτητος πολιτισμός είναι το δικαίωμα όλων των πολιτισμών,
εθνικών και τοπικών, να συνυπάρχουν με τα κυρίαρχα μοντέλα, όσο κι αν αποκλίνουν απ’ αυτά. Kαι
ο κυριότερος λόγος που δικαιώνει την ανάπτυξη των πολιτισμικών σπουδών είναι η ανάγκη να
διασωθούν οι γλώσσες και οι πολιτισμοί που μας κληροδότησαν οι αιώνες. Σ’ αυτή την
προβληματική εντάσσεται και η παρούσα εργασία.
Όταν μιλούμε λοιπόν για νεοελληνική κουλτούρα εννοούμε την κουλτούρα που έχει ως
γλωσσική έκφραση την ελληνική γλώσσα. Όπως λέει ο ποιητής: “Πολλές ρήσεις έχουμε δει ν’
ανατρέπονται, ποτέ όμως την αποφθεγματική εκδοχή: Όπου γλώσσα πατρίς”
Ερ.Καψωμένος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Σας φιλώ!
«η ιστορία της Σημειωτικής είναι η ιστορία ενός πάθους: του πάθους που ανακαλύπτει ότι ο κόσμος έχει σημασία -και, συχνά, διαφορετική και περισσότερη σημασία απ' ό,τι φαίνεται». Ως κοινωνικά, λοιπόν, υποκείμενα, ως παραγωγοί και καταναλωτές νοημάτων, κινούμαστε μέσα στην «επικράτεια των σημείων» και στις πολλαπλές στρατηγικές της σημασίας που διατρέχουν τον σημειωτικό χώρο.
Εχουμε όμως τη σημειολογία που μας αξίζει;
www.enet.gr
θα ακολουθήσει ανάρτηση..
Διεθνής οπτική ποίηση
του Jacques Donguy
Η ανάπτυξη της Οπτικής Ποίησης στα χρόνια 1960/70 είναι συνδεδεμένη με την γενίκευση της τεχνικής του offset η οποία αντικαθιστά αυτή της παραδοσιακής τυπογραφίας πράγμα που επιτρέπει να εισαχθεί στο κείμενο η φωτογραφία ή η γράμμωση (tapuscrit). Γεννήθηκε στη Φλωρεντία το Μάιο του 1963 με την ευκαιρία του συνεδρίου «Τέχνη και επικοινωνία» στο Forte di Belvedere, με τον Eugenio Miccini και τον Lamberto Pignotti και του συνεδρίου «Τέχνη και Τεχνολογία» τον Ιούνιο του 1964 στο οποίο συμμετείχε ο Umberto Eco με θέμα την «Επικοινωνία». Δεν πρέπει να συγχέεται η Οπτική Ποίηση με τα ποιήματα με εικόνες της αρχαιότητας και του Μεσαίωνα ή με τα Calligrammes του Απολλιναίρ ακόμα και αν ξαναανακαλύπτονται τέτοιες φόρμες ποίησης από έναν οπτικό ποιητή όπως ο Dick Higgins για παράδειγμα.
Οπτική Ποίηση και σημειωτική
Σύμφωνα με τον E. Miccini η επιλογή του υλικού της Ιταλικής Οπτικής Ποίησης εκτελέστηκε μέσα από ένα «ιδεολογικό φίλτρο». «Όλα αυτά τα υλικά δεν είναι ουδέτερα: η σημαίνουσα δύναμή τους δεν ακυρώθηκε», όμως υπάρχει παραποίηση.
Η συναρμολόγηση αυτών των διαφορετικών υλικών, «λόγια, ήχοι, χειρονομίες, εικόνες», προκαλεί μία «καινούρια σύνθεση των σημαινόντων σε μεγαλύτερη μάλιστα σχέση με τις καταβολές τους».
Σε ένα από τα έργα του ο Lamberto Pignotti ξαναεφαρμόζει την τεχνική του φωτορομάντζου, με βάση τυχαία αποσπάσματα φωτογραφιών, για να εισάγει, σ΄ ένα επίπεδο μεταγλωσσολογικό, μια κριτική στα λογοτεχνικά στερεότυπα. Ενυπάρχει αυτή η ιδέα πως όλος ο πολιτισμός μπορεί να αναλυθεί σε ένα σύστημα με κώδικες. Αυτό που στη Γαλλία θα ονομάσουμε στρουκτουραλισμό. Πρέπει επίσης να θυμηθούμε τη σημασία του έργου του Ρολάν Μπάρτ, πρωτεργάτη της σημειωτικής, της θεωρίας του σημείου και θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε την Οπτική Ποίηση σαν γενικευμένη σημειωτική.
Ο βραζιλιάνος Décio Pignatari, μετά την ανακάλυψη και το ενδιαφέρον του για την σημειωτική που την εισήγαγε στην Βραζιλία, το 1964 μαζί με τον Luiz Angelo Pinto θα δημιουργήσουν την θεωρία για ένα καινούριο είδος ποιήματος, το «σημειωτικό ποίημα», στο μανιφέστο τους: «Νέα γλώσσα, νέα ποίηση» όπου η γλώσσα έχει επαναπροσδιοριστεί όπως όχι μόνον «όλες οι γλώσσες», αλλά επίσης σαν να εμπεριέχει «την οδική, ναυτική, εναέρια σηματοδότηση, τα διαγράμματα, τα προγράμματα του υπολογιστή... τις οπτικοακουστικές γλώσσες». Και θα αναπτύξει αυτή την θεωρία μιας γενικευμένης σημειολογίας στο περιοδικό που διευθύνει «Εφεύρεση».
Παράλληλα αναπτύχθηκε στην Γιουγκοσλαβία, γύρω από την προσωπικότητα του Miroljub Todorovic, ο Signalisme. Το μανιφέστο του γραμμένο το 1968, δημοσιεύεται το 1969.Αυτό το κίνημα χαρακτηρίζεται από την ανακάλυψη νέων δυνατοτήτων στην κατάργηση των στερεοτύπων της ποιητικής γλώσσας μέσα από μαθηματικά μοντέλα, με βάση στατιστικές, συνδυασμούς και κυβερνητικές μεθόδους. Στο καινούριο μανιφέστο του Signalisme του 1970 εμφανίζεται η έκφραση της «Σημειολογικής Ποίησης», μιας ποίησης που εξερευνά το οπτικό, το ηχητικό, το κινητικό, το χειρονομιακό και την δημιουργία από υπολογιστή.
του Jacques Donguy
Ζεστές αγκαλίτσες
Μαρέλντ μου.
Διορθώνω!
Η άποψή μου είναι ότι ναί μεν, το αρχικό κείμενο είναι εξαιρετικό, όμως,
τα κείμενα που ακολούθησαν μέσα στα "σχόλιά" σου απαιτούν ιδιαίτερη μελέτη και κατανόηση για να ενσωματωθούν με το ελάχιστα πεπαιδευμένο μυαλό μας.
Για να βρούμε την ουσία των πραγμάτων δεν είναι εύκολο,
μέσω των κειμένων σου, όμως, ήταν ευκολότερο -τουλάχιστον για μένα- να κατανοηθεί η διαφορά μεταξύ πολιτισμού και κουλτούρας, λέξεις που τόσο απρόσεκτα χρησιμοποιούν πολλοί.
Χαίρομαι που σε διαβάζω,
δική σου,
Υιώτα,
ΝΥ
Mareld μας,
Τεράστιο το θέμα που θίγεις αλλά και σημαντικό για τον καθένα μας, κι ας φαίνεται περίπλοκο. Αγγίζει τον καθένα μας στην καθημερινότητα μας και στον αγώνα μας να απαντήσουμε στα μεγάλα ερωτηματικά. Θα μου επιτρέψεις να παραθέσω ένα μικρό κομματάκι απο τη σκέψη του Danis Bois, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο του "ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΟΣ ΕΑΥΤΟΣ".
"Η ποιότητα της παρουσίας, λοιπόν, συμβαδίζει με την ποιότητα της προσοχής που παρέχουμε στον εαυτό. Για ποια προσοχή όμως πρόκειται; Είναι βέβαιο ότι η καθημερινή προσοχή, η συνηθισμένη, που στρέφεται στον εξωτερικό κόσμο και τα προβλήματά του, δε θα προσφέρει ιδιαίτερη βοήθεια για να καταφέρουμε να συλλάβουμε την ευαίσθητη αυτή χορδή του σώματος. Πρέπει, στη θέση της, ν’ αναπτύξουμε μια συνείδηση ικανή να συλλαμβάνει λεπτότατες εσωτερικές τονικότητες, συνειδησιακά γεγονότα ανυποψίαστα. Μια προσοχή, που ήδη ο Maine de Biran διαχώριζε από την κλασσική εσωτερική παρατήρηση: «Αν η τέχνη της εσωτερικής παρατήρησης καλλιεργήθηκε επιτυχώς από τους ψυχολογιστές μαθητές τουLocke, η άλλη τέχνη, η πολύ δυσκολότερη, της εσωτερικής εμπειρίας, εφαρμόστηκε άραγε ποτέ στην πράξη;»
Οι λεπτότατες πληροφορίες που εμφανίζονται μέσα στο σώμα μάς καλούν να στρέψουμε την προσοχή με οξύνοια και περίσκεψη στην εσωτερικότητα. Χάρη σ’ αυτήν την ενδοσκοπική στάση εμφανίζεται η εσωτερική κίνηση, «με σάρκα και οστά» αν μπορώ να πω, στο συνειδητό, σε στιγμές συμπυκνωμένες, όπου κυλά μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα βραδύτητας, ένα ζεστό κύμα που μοιάζει να εμποτίζει ολόκληρη την ύλη του σώματος έως το κύτταρο.
Μπορούμε να αναγνώσουμε πλήθος διαβαθμίσεων στις σχέσεις με το σώμα μας, ανάλογα με την αντιληπτική ικανότητα του παρατηρητή: από το «έχω ένα σώμα», στο «ζω το σώμα μου», έπειτα στο «ενοικώ το σώμα μου», για να φθάσουμε τελικά στο «είμαι το σώμα μου».
Για να μιλήσω πιο ρεαλιστικά, όλοι καταλαβαίνουν ότι κάθε άνθρωπος έχει ένα σώμα και χάρη σ’ αυτό εκφράζεται η ζωή. Το σώμα όμως αυτό έχει γίνει τόσο οικείο που έχει καταλήξει σχεδόν κάτι μηχανικό, κι έτσι αδυνατεί να εκδηλώσει το αισθητό του κομμάτι.
Αντίθετα, η επαφή με την εσωτερική κίνηση γεννά διαρκείς εσωτερικές αλλαγές, μέσα από τις οποίες γινόμαστε πιο ανθρώπινοι, ερχόμαστε πιο κοντά στον εαυτό μας. Μπορούμε έτσι να βιώσουμε, ξεκινώντας από τον ενδότερο εαυτό, κάτι που υπερβαίνει τον εαυτό…και ανατέμνει βαθύτατα ερωτήματα.
Η σωματο-ψυχοπαιδαγωγική προσεγγίζει το αισθητό μέσω της σωματικής αυτής εμπειρίας. Μας καλεί να κάνουμε διάλογο με τον εαυτό, να κοιτάζουμε τον εαυτό ενόσω κοιτάζουμε τον κόσμο, να νιώθουμε τον εαυτό την ώρα που αυτοπαρατηρείται, προβληματισμός που απασχολούσε ήδη τον J.J. Rousseau όταν μας καλούσε να «παρατηρούμε τον εαυτό την ώρα που εξετάζει τον εαυτό του». Η σωματο-ψυχοπαιδαγωγική καλεί να καλλιεργήσουμε μια πραγματική «ενδοσκοπική δεξιοτεχνία», χάρη στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να ξαναβρεί την πραγματική του θέση και να μετάσχει με πληρότητα στο έργο της ζωής του.
Εάν η παρατήρηση βρίσκεται στο επίκεντρο της σωματο-ψυχοπαιδαγωγικής μεθόδου, η σκέψη επίσης καλείται να παίξει ενεργό ρόλο, οι δυο αυτές δεξιότητες είναι αδιαχώριστες στη νοήμονα διεργασία που οδηγεί στην κατάκτηση του εαυτού. Η σωματο-ψυχοπαιδαγωγική διαρρηγνύει τον χιλιόχρονο ανταγωνισμό μεταξύ πνεύματος και σώματος και διακηρύσσει το ακριβώς αντίθετο, την ενότητά τους, για να
εξισορροπήσουν οι δυνάμεις που ορίζουν την κατάσταση υγείας."
Σε φιλώ
Ηλιανθάκι!!!
Χαίρομαι καρδούλι μου που μοιράζομαι μαζί σας γνώση που με αγγίζει..
Η ζωή των σημείων είναι η δική μας ζωή. Ζούμε με τα σημεία και μέσω των σημείων. Αυτό που είμαστε δεν είναι παρά το σύνολο των σημείων που χρησιμοποιούμε. Ο κόσμος των σημείων είναι ο μοναδικός κόσμος που ξέρουμε, καθώς περιέχει κάθε λέξη, έννοια, κατηγορία ή σύμβολο που διαθέτουμε για να περιγράψουμε και να καταλάβουμε τα πράγματα. Ο κόσμος των σημείων είναι ο μόνος που μας ανήκει πραγματικά, αφού είναι ο μόνος που έχουμε δημιουργήσει και αναδημιουργούμε καθημερινά. Αυτός είναι, τέλος, και ο μόνος κόσμος στον "οποίο ανήκουμε ολοκληρωτικά, αφού είναι μέσω αυτού που αποκτούμε αίσθηση προσωπικής ταυτότητας, κοινωνική, ιστορική και πολιτιστική συνείδηση. Καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων -όπως την αρχιτεκτονική, την ψυχοθεραπεία, τις προσωπικές αφηγήσεις, τα παραμύθια, τη λογοτεχνία, το θέατρο, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική- οι εργασίες αυτού του τόμου διερευνούν το πως σε κάθε περίπτωση παράγονται και χρησιμοποιούνται τα σημεία, τις διαφορετικές μορφές και ιδιότητές τους, αποκαλύπτοντας τη σύνθετη λειτουργία τους, τη δύναμη της ευγλωττίας τους. Σημεία αρχαία και νέα, συμβατικά ή καινοτομικά, σημεία του λόγου και της εικόνας, σημεία γνώσης, επιθυμίας και τέχνης, σημεία που ψεύδονται ή που λένε την αλήθεια, είναι πάντα σημεία επικοινωνίας και πολιτισμού, είναι πάντα σημεία ζωής.
Ερατοσθένης Καψωμένος, Γρηγόρης Πασχαλίδης
Φιλάκια!
Θωμά!
Σε ευχαριστώ!
Χάρηκα με την προσφορά σου
και περιμένουμε κάποια στιγμή περισσότερα στη ροή!
Η σωματο-ψυχοπαιδαγωγική προσεγγίζει το αισθητό μέσω της σωματικής αυτής εμπειρίας. Μας καλεί να κάνουμε διάλογο με τον εαυτό, να κοιτάζουμε τον εαυτό ενόσω κοιτάζουμε τον κόσμο, να νιώθουμε τον εαυτό την ώρα που αυτοπαρατηρείται, προβληματισμός που απασχολούσε ήδη τον J.J. Rousseau όταν μας καλούσε να «παρατηρούμε τον εαυτό την ώρα που εξετάζει τον εαυτό του».
Ελπίζω να συναντήσουμε μόνο ομορφιά στην "εσωτερική μας κίνηση"
Αν η δεκαετία 1970-1980 ήταν, μεταξύ άλλων, μια δεκαετία αλλεπάλληλων συμβολικών θανατώσεων (μετά το θάνατο του Θεού διακηρύχθηκε επίσης ο θάνατος του ανθρώπου, του ιστορικού υποκειμένου, του συγγραφέα, κ.ο.κ.) η Σημειωτική, χωρίς να είναι άμεση «δολοφόνος», θα πρέπει οπωσδήποτε μαζί με κάποιες εκδοχές του Στρουκτουραλισμού και της Ψυχανάλυσης να συγκαταλεγεί μεταξύ των ηθικών αυτουργών. Πράγματι, οι έννοιες των «υπαγορεύσεων της επιθυμίας», των «παιχνιδιών του σημαίνοντος» ή της απόλυτης ενδοκειμενικότητας καθιστούσαν κάθε πρωτοβουλία έκφανση ενός συνεχούς «γίγνεσθαι», κάθε ομιλία σειρά ανώνυμων παραπομπών και κάθε κείμενο, εν τέλει, μια λογοκλοπή. Καθώς στην τρέχουσα δεκαετία φαίνεται να αναβιώνουν και τα υποκείμενα της δράσης και ο προσωπικός δημιουργός, μία Κοινωνιο-Σημειωτική πλέον επιδιώκει να διευκρινίσει τα όρια του ατομικού μέσα στο κοινωνικό, τα όρια της πρωτοτυπίας μέσα στη συνδυαστική συμβατικών κωδίκων, τα όρια σημειοποίησης των πιο απρόσωπων δομών.
Α.-Φ. Λαγόπουλος, Π. Μαρτινίδης, Κ. Μπόκλουντ-Λαγοπούλου, Κ.-Β. Σπυριδωνίδης
Πολλά φιλάκια!
Πως είσαι μακρινή φίλη?
Καλά? Σε σκεφτόμουν να ξέρεις..
Συμφωνώ με ότι έγραψε ο Διονύσης.. Πέρνω και αδυνατώ να αφήσω κάτι.. :)
Οι σκέψεις που δημιουργούνται χιλιάδες όμως..κάθε φορά που έρχομαι από το τζιβαέρι σου..
Σε φιλώ, πολλά φιλάκια..
Καρδούλα μου!
κι εγώ σε σκέφτομαι..
ε..πως να είμαι λίγο χειρότερα από τους πιο ευαίσθητους λόγω και της κατάστασης μου..
Δεν σκοπεύω να μείνω έτσι..
Αγώνας!!!
Φιλιά πολλά!
Δημοσίευση σχολίου